Σάββατο 18 Μαρτίου 2017

Συνέντευξη σε αλυσίδα φούρνων

Είναι όνειρο να δουλεύεις σε φούρνο (Η' ΚΑΙ ΟΧΙ, ΜΑΛΛΟΝ ΟΧΙ). Πριν τρία χρόνια, είχα αφήσει βιογραφικά σε όλους τους φούρνους και τα ζαχαροπλαστεία της γειτονιάς μου και του κέντρου (φέτος ξανάφησα, η ιστορία επαναλαμβάνεται). Έψαχνα μανιωδώς στο ίντερνετ μήπως ζητάνε υπαλλήλους να πουλάνε αφράτα ψωμιά και κουλούρια και πάστες. Τι άλλο να θέλει καμία από αυτή τη ζωή; Το πιο ωραίο θα ήταν να μπορώ και να τρώω, ωστόσο η ιδέα και μόνο ότι θα δουλεύω σε έναν τέτοιο χώρο με εξίταρε για κάποιον λόγο (ΘΑ ΤΡΩΩ ΔΩΡΕΑΝ Ο,ΤΙ ΘΕΛΩ ΑΠΟ ΤΟΝ ΦΟΥΡΝΟ; ΘΑ ΜΑΣ ΔΙΝΟΥΝ ΔΩΡΟ ΜΙΑ ΚΑΡΙΟΚΑ ΓΙΑ ΤΟ ΣΠΙΤΙ; ΠΟΣΑ ΚΟΥΛΟΥΡΙΑ ΘΑ ΜΠΟΡΩ ΝΑ ΦΑΩ ΕΤΣΙ;).
Περνούσαν οι ώρες, οι μέρες και οι μήνες (ΟΧΙ ΤΑ ΧΡΟΝΙΑ, ΕΥΤΥΧΩΣ) και τον Ιούνιο του 2016, με πήραν τηλέφωνο για συνέντευξη σε έναν φούρνο στο Ωραιόκαστρο. Από εκεί που μένω πρέπει να αλλάξω δύο λεωφορεία. Πήγα με αυτοκίνητο τελικά και έφτασα σε ένα εικοσάλεπτο. Η συνέντευξη γινόταν μέσα στον φούρνο-καφετέρια-εστιατόριο-μάρκετ προϊόντων από όλα τα σιτάρια που παίζουν εκεί έξω. Ενθουσιάστηκα, γιατί θα αποκτούσα εμπειρία και προϋπηρεσία σε όλα αυτά αν με παίρνανε και θα ήταν πολύ πιο εύκολο να βρω άλλη δουλειά μετά (ΕΙΝΑΙ ΑΞΙΟ ΜΕΛΕΤΗΣ ΜΕ ΤΙ ΕΝΘΟΥΣΙΑΖΟΝΤΑΙ ΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ). Ρωτάω την πωλήτρια που έβγαζε τα ψωμιά πού είναι ο υπεύθυνος. Μου λέει ότι λείπει. Της εξηγώ ότι έχω έρθει για τη δουλειά κι όχι για να πάρω ψωμιά ή φασολάκια ή πάστες ή σοκολάτα με άρωμα φουντουκιού και καραμέλας ή μπάρες δημητριακών. Πάει μέσα, μιλάει με μία συνάδελφό της, έρχεται η συνάδελφος και μου κάνει κάποιες ερωτήσεις. 
Οι γυναίκες αυτές φαίνονταν πολύ σίγουρες για τον εαυτό τους και σκέφτηκα ότι θα ήταν καλές οι συνθήκες δουλειάς. Ήταν ντυμένες με στολές και υπήρχαν πολλά άτομα σε διάφορα πόστα. Η τύπισσα που ήρθε από μέσα,  με ρωτάει αν σπουδάζω, αν θα μπορώ να πηγαίνω στο Ωραιόκαστρο, αν μπορώ να ακολουθώ τα οχτάωρα ωράρια με υπερωρίες και άλλα τέτοια ωραία πράγματα. Της απαντάω σε όλα ναι, γιατί δεν έβλεπα τα περιθώρια να πω και όχι. Της λέω ότι είμαι εργατική και ότι θα ανταπεξέλθω πλήρως στις ανάγκες της δουλειάς. Και μου λέει σε εμπιστεύομαι (ΕΓΩ ΠΑΛΙ ΟΧΙ). Θα έρθεις ξανά λέει, αφού συμπληρώσεις όλα αυτά τα απαραίτητα δικαιολογητικά (ΜΟΥ ΔΙΝΕΙ ΜΙΑ ΤΕΡΑΣΤΙΑ ΛΙΣΤΑ ΑΠΟ ΧΑΡΤΟΥΡΑ). Μετά μου λέει: «Χαμογέλα!» με συνωμοτικό τρόπο και δείχνει προς τις πάστες. «Εκείνος ο κύριος είναι το αφεντικό, έλα να στον γνωρίσω.» Με τραβάει προς τα εκεί κι εγώ ανασύρω το καλύτερο χαμόγελο που έχω στην χαμογελοθήκη. 
«Ναι, γεια σας, για τη δουλειά, ναι ναι. Πήρα μόλις το πτυχίο μου, ναι.»
«Η κοπέλα από εδώ θέλει να δουλέψει μαζί μας, κύριε Τάκη. Ναι, να την πάρουμε. Είναι καλή κοπέλα.»
 «Αχ, εσείς οι νέοι. Τι περνάτε και δεν φταίτε; (ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΗΛΙΕ ΝΟΗΤΕ) Εγώ, κορίτσι μου, καταλαβαίνω την ανεργία των νέων, για αυτό θέλω να τους βοηθήσω όσο μπορώ. Αυτοί οι μπαγάσες σας τα πήραν όλα (ΜΙΑ ΑΟΡΙΣΤΗ ΚΑΤΑΓΓΕΛΙΑ, ΑΠΟ ΑΥΤΕΣ ΠΟΥ ΣΥΝΗΘΙΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΓΧΡΟΝΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΜΕ ΠΕΡΙΣΣΟ ΣΤΟΜΦΟ). Έχω δύο ανηψιές κοντά στην ηλικία σου. Κι αυτές σπουδάζουν, να δούμε τι θα κάνουν (ΘΑ ΓΙΝΟΥΝ ΦΟΥΡΝΑΡΙΣΣΕΣ ΜΗΠΩΣ; ΚΑΚΟ ΕΙΝΑΙ;). Εσύ τώρα. Θα έρθεις να δουλέψεις εδώ. Ξεκινάς να μάθεις το επάγγελμα. Η δουλειά είναι σταθερή και ο μισθός ο βασικός. Θα τα πας περίφημα πιστεύω (ΠΙΣΤΕΥΕ ΚΑΙ ΜΗ). Η δουλειά είναι απαιτητική και δύσκολη (ΝΑ ΒΡΕΘΕΙ ΕΝΑΣ ΝΑ ΜΟΥ ΠΕΙ ΟΤΙ Η ΔΟΥΛΕΙΑ ΕΙΝΑΙ ΕΥΚΟΛΗ ΚΑΙ ΘΑ ΜΕ ΠΙΑΣΕΙ ΣΠΑΣΤΙΚΟ ΓΕΛΙΟ). Θα προσαρμοστείς γρήγορα στο περιβάλλον μας. Η Δώρα θα σου μάθει τα ψωμιά. Θα δουλεύεις σε όλα τα πόστα, θα τα μάθεις σιγά-σιγά. Όπου χρειάζεται. Σου έδωσε η Δώρα και τη λίστα για τα απαραίτητα δικαιολογητικά. Μόλις τα έχεις όλα ξαναέλα.» 
«Ευχαριστώ πολύ, να είστε καλά.» 
«Τι δύσκολες μέρες που περνάτε βρε παιδιά μου (ΕΥΧΑΡΙΣΤΟΥΜΕ ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΜΠΟΝΟΙΑ). Βέβαια, από την άλλη καλό είναι για να σκληραγωγηθείτε. Όταν ήμασταν εμείς νέοι δεν είχαμε ένα πιάτο φαί, αλλά όπως και να έχει. Όταν κάποιος εργάζεται και φέρεται σωστά τη βρίσκει την άκρη του. Αυτά είναι μαθήματα ζωής κοπέλα μου, καλά κάνεις και τα ακούς (ΜΠΟΡΩ ΝΑ ΚΑΝΩ ΚΙ ΑΛΛΙΩΣ;)»
Το λογίδριο για το μέλλον και τη σκληρή δουλειά συνεχιζόταν για ένα πεντάλεπτο. Μετά χαιρετηθήκαμε κι έφυγα. Την πήρα τη δουλειά, θεωρητικά. Τα έγγραφα που χρειαζόταν να έχω βγήκαν μέσα σε δύο μήνες. Και το έτρεξα πολύ για να τα πάρω όλα. Άδειες, βιβλιάρια, αστυνομικά τμήματα, γιατρούς, ραντεβού, ιστορίες. Στον μισό πρώτο μήνα, έχω την ελπίδα ότι με περιμένουν ακόμα για τη δουλειά. Τους πήρα τηλέφωνο, ζήτησα τη Δώρα. Της εξηγώ ποια είμαι και κάνει ΧΜΜ ΚΑΙ ΓΡΜΦ, κάτι περίεργους ήχους, δεν ξέρει αν θυμάται. Μου λέει να περιμένω μισό λεπτό, μιλάει με το αφεντικό και λέει ότι ναι, με θυμούνται και θα περιμένουν. Δεν πειράζει που άργησαν τα χαρτιά. 
Περνάει ο καιρός, οι διακοπές και περιμένω τα χαρτιά. Κάνανε έναν αιώνα, καθώς ήταν καλοκαίρι και το δημόσιο ήταν στη Χαλκιδική. Στο μεταξύ έχω πάει και σε άλλες συνεντεύξεις, όμως τζίφος. Μόλις παίρνω και την τελευταία σφραγίδα, δεν χάνω χρόνο. Έτοιμη να δουλέψω στον φούρνο. Έχω προετοιμαστεί και ψυχολογικά.  Παίρνω τηλέφωνο ανακουφισμένη, κάπου τον Αύγουστο. Και μου λένε άμεσα στο τηλέφωνο ότι δεν έχουν ανάγκη για κάποιο άτομο. Ίσως από Σεπτέμβρη, να ξαναπάρω τηλέφωνο και να γίνει κάτι. Τον Νοέμβρη μπήκα στο μεταπτυχιακό και τον παράτησα τον γλυκούλη (ΤΟ ΠΑΣΟΚ ΝΑ ΤΟΝ ΚΑΝΕΙ) φούρνο. Τέλος πάντων, την πήρα τη δουλειά θεωρητικά, δεν μπορώ να πω. Κι όταν μιλάμε για μένα, όλα μπορούν να συμβούν. Θεωρητικά πάντα. Γιατί πρακτικά, δεν βρήκα δουλειά ούτε τότε.  

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου