Τρίτη 26 Σεπτεμβρίου 2017

Γιατί το Transparent είναι η καλύτερη σειρά για ανήσυχες transemployed

ΠΡΟΣΟΧΗ: ΣΠΟΪΛΕΡ ΑΛΕΡΤ ΠΑΝΤΟΥ

Καταρχήν transparent σημαίνει διάφανος/η. Πόσο υπέροχη ονομασία για σειρά, γιατί παίζει με τη δυσημία της λέξης, αφού επικεντρώνεται σε μία τρανς γονέα. Ενθουσιάζομαι πρόωρα μόνο και με το όνομα, καθώς είμαι transemployed και transkamenh. Ας ξεκινήσουμε από αυτό. Επίσης, οι σκηνές στους τίλτους αρχής μού θυμίζουν τα βίντεο των '90ς με στιγμιότυπα από την παιδική ηλικία, με σημαντικές στιγμές που κάπως νεκρώνονται στις κασέτες, όπως επίσης μου φέρνουν στο μυαλό εικόνες ηλικιωμένων ανθρώπων να χορεύουν σε μία αίθουσα εκδηλώσεων, καθώς και την παλιωμένη VHS ατμόσφαιρα από το βιντεοκλίπ για το κομμάτι Lovers are strangers της Michelle Gurevich (Chinawoman). Αλλά ας μπω στο θέμα. 

ΔΕΥΤΕΡΗ ΠΡΟΕΙΔΟΠΟΙΗΣΗ: Αν δεν έχετε δει τη σειρά, παρακάτω, φανερώνω στοιχεία και πληροφορίες που δίνονται μέχρι και την τέταρτη σεζόν, οπότε προφυλαχθείτε, αντίστοιχα. 

Tο transparent είναι μία καταπληκτική σειρά –παρά τα προβληματάκια της- που αφορά τρία βασικά διαχρονικά ζητήματα. Αφορά τη σεξουαλικότητα, την οικογένεια και την εβραϊκή θρησκεία, τοποθετημένα στην αμερικάνικη σύγχρονη κοινωνία. Πρωταγωνιστής είναι η Μόρα –πρώην Μόρτ/Μόρτι- που την παίζει εξαιρετικά ο Jeffrey Tambor. Η Μόρα είναι πατέρας και μεταγενέστερα δεύτερη μητέρα τριών ενήλικων παιδιών. Όλα αλλάζουν στις ζωές της οικογένειας, αφότου η Μόρα αποφασίζει να δηλώσει ανοιχτά και ειλικρινά πως όλη της τη ζωή ήθελε να ντύνεται και να είναι γυναίκα. Η αποκάλυψή της αυτή οδηγεί στην αναταραχή των οικογενειακών σχέσεων και στον επαναπροσδιορισμό και επανακαθορισμό των φύλων όλων των μελών της οικογένειας. Μέσα σε αυτή την οικογένεια υπάρχουν πολλά ψέματα και συνεχίζουν να υπάρχουν. Μιλάνε πολύ όλοι και δεν ακούει σχεδόν κανένας.
Οι ιστορίες ξεδιπλώνονται η μία μετά την άλλη, μαζί με καθαρά πλάνα και σύγχρονη οπτική ματιά. Οι ήρωες/ίδες ζούνε μέσα σε μεγάλα σπίτια, καθαρά με όλα τα οικονομικά προνόμια που θα μπορούσαν να έχουν στη σύγχρονη καπιταλιστική Αμερική. Δεν αντιμετωπίζουν γενικώς προβλήματα, πέρα από τα ενδοοικογενειακά και τα σεξουαλικά τα οποία αναλύονται ως ένα σημαντικό βάθος εδώ. Θα μπορούσαμε να πούμε πως είναι βολικό που είναι ευκατάστατη οικογένεια, καθώς αν αναλύονταν τα ίδια ζητήματα σε οικογένεια με διαφορετικό οικονομικό υπόβαθρο η σειρά θα γινόταν εκτεταμένα περίπλοκη, αλλά μπορεί και πολύ πιο ρεαλιστική. Οπότε, πρακτικά και θεωρητικά, η ανάλυση και η κατανόηση αυτών των θεμάτων που προαναφέρθηκαν μέσα στη σειρά, γίνεται με πολύ προφανή και συγκεκριμένο τρόπο που δεν αφορά το ζήτημα των ταξικών ανισοτήτων π.χ..

Η μεγαλύτερη κόρη της οικογένειας (Amy Landecker) είναι παντρεμένη με δύο παιδιά και μετά την αποκάλυψη, χωρίζει και αρχίζει να βλέπει άλλες γυναίκες. Ανακαλύπτει πως της αρέσουν περισσότερο οι γυναίκες, αλλά κάποια στιγμή επιστρέφει στον άνδρα της, γιατί θεωρεί πως αυτό είναι το ασφαλές της σημείο και δοκιμάζονται μαζί σε μία τριμελή σχέση με μία άλλη γυναίκα που ενδιαφέρεται για τις σχέσεις με ζευγάρια και την ελκύουν και τα δύο φύλα. Ενώ δεν μπορεί να διαχειριστεί κανέναν άλλον πέρα από τον εαυτό της και είναι εξαιρετικά εγωκεντρική, αμφιταλαντεύεται μέσα στη μανιοκατάθλιψή της και βρίσκει τρόπους να αναλάβει τον έλεγχο της ίδιας και μετέπειτα των παιδιών της, μετατρέποντας τους ρόλους σεξουαλικής κυριαρχίας σε παιδαγωγική μέθοδο. 
Ο μεσαίος γιος Τζος(Jay Duplass) έχει υποστεί επανειλημμένα σεξουαλική κακοποίηση από τα δεκατέσσερα από την κατά έξι χρόνια μεγαλύτερη νταντά του, με την οποία είναι συναισθηματικά άρρηκτα εξαρτημένος, αφού πολύ χαρακτηριστικά λέει ότι «τον κατέχει». Μαθαίνει σε μεγάλη ηλικία ότι έχει έναν ενήλικο σχεδόν γιο από τη νταντά του και δεν τον είχε γνωρίσει μέχρι τότε, οπότε αποπειράται να τον βρει και να έρθει σε αλληλεπίδραση μαζί του. Ο Τζος είναι ο πιο παρατημένος της οικογένειας, καθώς είναι το ενδιάμεσο παιδί και είναι συχνά επιπόλαιος, περνάει από πολλά στάδια. Επενδύει σε σχέσεις χωρίς νόημα με μικρότερα και ανήλικα κορίτσια με τα οποία συνεργάζεται, όντας γνωστός μουσικός παραγωγός. Μία εβραία ραβίνος από την οικογενειακή συναγωγή τους, προσπαθεί να του δείξει πώς θα μπορούσαν να είναι διαφορετικά τα πράγματα στις σχέσεις του και δοκιμάζονται στο να είναι μαζί. Ωστόσο, καταλήγουν να χωρίσουν, καθώς εκείνη θέλει παιδί, ενώ ο ίδιος είναι ανίκανος να αναλάβει τον εαυτό του. Συνειδητοποιεί ότι οι γονείς του γνώριζαν ότι η γυναίκα που τον πρόσεχε ως παιδί τον κακοποιούσε ερωτικά. Της το επέτρεπαν, γιατί θεωρούσαν πως ήταν φυσιολογικό ως άνδρας να ανακαλύπτει με αυτόν τον τρόπο τη σεξουαλικότητά του. Ο ίδιος καταλαβαίνει ότι εκλάμβανε τη σχέση τους ως συναινετική, όταν ήταν έφηβος και στην ανάπτυξη.

Ως ενήλικος ωριμάζει, αρχίζει να βλέπει τα πράγματα διαφορετικά και διαπιστώνει τα τραύματα που του άφησε αυτή η πρώτη του σχέση και επαφή με μία μεγαλύτερη γυναίκα. Στο μεταξύ, δεν είχε καταλάβει τον ρόλο του στην οικογένεια. Νιώθει πως είναι ο μόνος άνδρας, πράγμα που, πριν την ομολογία του πατέρα του, δεν γνώριζε και φαίνεται πως αυτό του δημιουργεί μία εκτεταμένη σύγχυση, αφού δεν μπορεί να κατανοήσει τι θα πει να είσαι άνδρας, ποιες είναι οι κοινωνικές απαιτήσεις αυτού του ρόλου, παρότι είναι cis ετεροφυλόφιλος. Διατηρεί μία περίεργη σχέση εξάρτησης με τη νταντά του που δείχνει πως έχουν μία σχέση ενοχοποιημένου ερωτικού πόθου και κακοποίησης ταυτόχρονα. Ήταν συναινετική η ερωτική τους επαφή, ωστόσο αυτός αισθάνεται ότι δεν είχε άλλη επιλογή, ότι εκείνη τον ξεγέλασε, τον αποπλάνησε και τον παρέσυρε και αυτός δεν μπορούσε να πει όχι. Σε εκείνα τα λεπτά σημεία, η σχέση παίρνει άλλες μορφές και υφές που πληγώνουν βαθιά τον γιο και τον αφήνουν μετέωρο σε μία αναζήτηση συνεχούς επιβεβαίωσης από τη μητέρα που πλέον προσωποποιείται και από τους δύο γονείς. Τα πράγματα γίνονται ακόμα χειρότερα, αφού η νταντά του αυτοκτονεί και ο ίδιος καταλήγει να τη βλέπει ως φάντασμα και να μη μπορεί να λειτουργήσει σεξουαλικά, καθώς αυτή επιμένει να επιβάλεται στη σκέψη του. 
Η τελευταία κόρη, η Άλι (που την παίζει η εξαιρετική Gaby Hoffman), ασχολείται με τις σπουδές φύλου και διδάσκει, ενώ στηρίζει τη δεύτερη μητέρα της –Μόρα- και τη βοηθάει σε κάθε βήμα ανακάλυψης της νέας της εαυτής. Η ίδια είναι λεσβία και συνάπτει σχέση με την καθηγήτριά της, η οποία είναι ριζοσπαστική φεμινίστρια και φαίνεται πως εις βάρος της εκκρεμούν καταγγελίες από άλλες φοιτήτριες, νεαρότερες σε ηλικία, για σεξουαλική αποπλάνηση και κακοποίηση. Η Άλι βιώνει μεγάλη σύγχυση, χωρίζει από αυτή την γυναίκα, οι σχέσεις της γενικώς δεν φαίνεται να τη γεμίζουν και βρίσκεται συνέχεια σαν εξωγήινη, ανάμεσα σε όλα τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας. Αντιλαμβάνεται πως ο θείος της την αγκάλιαζε όταν ήταν μικρή για να δει πόσο μεγάλωσε το στήθος της, μέσα από κάποιες αναμνήσεις που δείχνουν περισσότερα στοιχεία για αυτήν και το παρελθόν.

Η σύζυγος της Μόρα, της τρανς γυναίκας, και μητέρα των τριών παιδιών (Judith Light) είναι μία εβραία γυναίκα που ζει με το τραύμα της θρησκείας και τον προγόνων της και καλείται να αντιμετωπίσει το όχι και τόσο προφανές, τη σκληρή αλήθεια: ότι ο άνδρας της ήταν μία γυναίκα, μία καταπιεσμένη γυναίκα σε σώμα άνδρα και αυτή, αν το είχε καταλάβει, δεν το είχε παραδεχθεί και δεν ήθελε να το αποδεχθεί, αν δεν το είχε καταλάβει, ζούσε τόσο καιρό στην άγνοιά της. Ο κόσμος της αναταράσσεται και κάνει μανιώδεις προσπάθειες να τον συμμαζέψει, ενώ ταυτόχρονα πάσχει από ψυχαναγκαστικές διαταραχές και από τα ενοχικά σύνδρομα της μητέρας που πιστεύει πως τα έκανε όλα λανθασμένα και θα έπρεπε να τα είχε κάνει όλα αλλιώς. Σαν χαρακτήρας είναι πολύπλοκη και πολυδιάστατη. Κατά κάποιον τρόπο αποτελεί τον άρρητο συνδετικό κρίκο της οικογένειας. Βρίσκει έναν άλλον άνδρα, ο οποίος την εκμεταλλεύεται οικονομικά και ενώ φαίνεται να την αγαπάει, την χρησιμοποιεί. Καταλαβαίνει πως δεν μπορεί να συνεχίσει τη σχέση αυτή, μέσα της νιώθει έναν μεγάλο και βαθύ πόνο που ο άνδρας-γυναίκα της την έχει αφήσει και ταυτόχρονα, βρίσκεται μπροστά στην ελευθερία της την οποία δεν είχε μέχρι πρότινος και καλείται τώρα να διαχειριστεί εκ νέου. Αποφασίζει να κάνει πράγματα για την εαυτή της και δοκιμάζει να αξιοποιήσει τα λεφτά της για να βρει την ευτυχία, μέχρι που η οικογένειά της αποφασίζει να την βάλει σε οίκο ευγηρίας. Νιώθει παρατημένη, νιώθει πως είναι μέσα σε πτώματα, μέχρι που ο γιος της σε μία αναζήτηση από αυτές που κάνει με σκοπό να βρει τη μητέρα φροϋδικά μιλώντας, την παίρνει σπίτι του. Εκ των πραγμάτων, η συμβίωσή τους είναι υπερβολικά δύσκολη, αφού η μητέρα τείνει στον αλκοολισμό, έχει ψυχαναγκαστική διαταραχή και διάφορες εμμονές, ενώ ο γιος περνάει το δικό του προσωπικό γολγοθά με τη(ν) (ανα)βίωση του τραύματος. Αλλά μπροστά στο ενδεχόμενο του θανάτου της μητέρας και οι δύο σιωπούν και τελικά συμβιβάζονται. 
Η Μόρα είναι μία γυναίκα που βιώνει χρόνια κατάθλιψη και σύγχυση φύλου. Ήξερε από πάντα ότι είχε γεννηθεί βιολογικά άνδρας που θέλει να ντύνεται γυναίκα και ο ψυχίατρός της στα νιάτα της, της είχε πει ότι πρέπει απλώς να αφήσει τη γυναίκα της και να αποδεχθεί ότι είναι ομοφυλόφιλος άνδρας. Δοκίμασε την τύχη της σαν ομοφυλόφιλος άνδρας, δεν τα κατάφερε και ξαναγύρισε στη γυναίκα της, με την οποία κάνανε τρία πολύ συγχυσμένα παιδιά και είχαν μία ζωή γεμάτη ψέματα και κρυμμένες σκέψεις κάτω από ακριβά χαλιά. Αποφασίζει με όσο θάρρος υπάρχει στον κόσμο να ομολογήσει τη σύγχυσή της και τον επαναπροσδιορισμό του φύλου της και της σεξουαλικής της ταυτότητας στην οικογένειά της. Η Μόρα έχει μία φίλη, τρανς γυναίκα που είναι και οροθετική και τη βοηθάει, καταλαβαίνοντας τη περισσότερο από οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο γύρω της, γιατί έχει περάσει αντίστοιχες δυσκολίες και έχει βρεθεί σε ανάλογη θέση. Η Μόρα έχει σχέση με μία γυναίκα, αλλά αφού χωρίζει, αποφασίζει πως θα άξιζε να δοκιμάσει την τύχη της και με έναν άνδρα. Οπότε σιγά-σιγά κερδίζει τα καταπιεσμένα της χρόνια. Όχι ότι δεν περνάει μεγάλη σύγχυση, ιδιαίτερα όταν βρίσκεται σε ένα τεράστιο παζάρι και αρχίζει να ζαλίζεται, όταν οι άλλοι την κοιτάζουνε στον δρόμο και της φέρονται με το βλέμμα ή με τα λόγια ή με τις πράξεις υβριστικά και σεξιστικά, γιατί αρνιούνται να την αποδεχθούν. Ο Jeffrey Tambor παίζει εξαιρετικά τον ρόλο του, δεν έχουμε λόγια για αυτή την ερμηνεία, αφού καταφέρνει να δείξει με τρυφερότητα όλες τις συναισθηματικές διακυμάνσεις που μπορεί να τρικυμιάζουν την ψυχοσύνθεση μιας τρανς γυναίκας σε μεταβατικό στάδιο. Η Μόρα παίρνει ορμόνες, παρά τον υψηλό κίνδυνο, λόγω της ηλικίας της, γιατί αποφασίζει να ζήσει όπως νιώθει ότι είναι και όχι όπως γεννήθηκε ή όπως άλλοι θα θέλανε να είναι.



Το καλύτερο είναι ότι η οικογένεια όσο προβληματική είναι, άλλο τόσο βρίσκει τρόπους να αποδεχθεί αυτή τη νέα συνθήκη και να ζήσει με αυτό, όσο δύσκολο κι αν φαντάζει, μέσα από τρομερούς διαπληκτισμούς και πολύπλοκες διαδικασίες –εσωτερικές και εξωτερικές. Θα λέγαμε πως υπάρχει εξάρτηση και αλληλεπίδραση έντονη ανάμεσα στα μέλη που δεν θυμίζει ακριβώς αγάπη. Φαίνεται πως τα τρία παιδιά είναι πολύ έντονα συνδεδεμένα μεταξύ τους και προστατεύουν το ένα το άλλο, ενώ παράλληλα, βρίσκονται πολύ συχνά να ανταγωνίζονται. Φαίνεται πως υπάρχει μία ιδιαίτερη τρυφερότητα ανάμεσα στη Μόρα και την Σέλι (την πρώην σύζυγό της).

Στα τελευταία επεισόδια της σειράς, η Μόρα πηγαίνει στο Ισραήλ με τη μικρότερη κόρη της την Άλι, γιατί έχει ξαναρχίσει τη διδασκαλία στο πανεπιστήμιο και την καλούν να κάνει διάλεξη για το Εβραϊκό ζήτημα και το ζήτημα της Ισότητας των δύο φύλων, καθώς και να παρουσιάσει το καινούργιο της βιβλίο. Περνάει το αεροδρόμιο μετά δυσκολίας και της κάνουν ολόκληρη σκηνή γιατί δεν μπορούν να αποφασίσουν τι είναι αυτή η γενετική ανωμαλία στον κάβαλό της, αφού δείχνει να είναι γυναίκα και δεν ξέρουν αν πρέπει να την εξετάσει άνδρας ή γυναίκα. Η σκηνή αποκορύφωμα είναι αυτή που φωνάζει στο αεροδρόμιο, όντας μαστουρωμένη, είμαι ό,τι σκατά θέλετε. Αποφασίστε επιτέλους. Γιατί πλέον αυτή ξέρει ποια είναι, ξέρει τι νιώθει και οι άλλοι την οδηγούν συνέχεια στην αμφισβήτηση. Καταλήγει στο Ισραήλ να ξεδιπλώνει νέες ιστορίες που θα τις δείτε και στη σειρά. 
Γιατί το transparent είναι η πιο παρηγορητική αμερικάνικη σειρά που θα μπορούσε να βλέπει μία ελληνίδα εικοσιπεντάχρονη άνεργη; Για να βλέπουμε τι προβλήματα έχουν οι άλλοι και να νιώθουμε χειρότερα ή καλύτερα για τα δικά μας; Όχι, δεν μου αρέσει να λειτουργώ έτσι. Η αλήθεια είναι πως δεν έχουμε καμία σχέση με αυτά τα άτομα. Κάπως είναι παρηγορητικό να βλέπεις πως ζούνε άνετα σε μεγάλα σπίτια με ωραία διακόσμηση και φαινομενικά ισορροπημένα εξωτερικά περιβάλλοντα, είναι όλοι όμορφοι εσωτερικά με έναν δικό τους τρόπο, παρότι αντιμετωπίζουν καθεμίας/καθένας το δικό τους προσωπικό χάος και παρ’ όλα αυτά βιώνουν καθημερινά οικογενειακά τα δράματά τους. Η οικογένεια είναι πάντα μία πηγή προβλημάτων και μία όαση λύσης των ταυτόχρονα. Πολύ περίεργη κατάσταση και ωραίο να τη βλέπεις, όταν δεν τη ζεις και δεν είχες ποτέ τέτοια οικογένεια. Είναι σαν τον Φώσκολο, αλλά πολύ καλύτερο, γιατί θέτει καίρια και σοβαρά ζητήματα με πολύ τρυφερό και κάπως μελαγχολικά άρτιο τρόπο, χωρίς να ασκεί κατάφορη κοινωνική κριτική. Φαίνεται πως η σειρά εστιάζει κυρίως στην εξιστόρηση της ανθρώπινης υπαρξιακής κατάστασης μέσα από τη σεξουαλική πολυπλοκότητα και σύγχυση –ή τουλάχιστον έτσι, ως αδύναμο μάτι, το βλέπω εγώ και ό,τι θέλει βλέπει καθεμία, οπότε να με συγχωράτε. Θέτει πολύ σοβαρά το ζήτημα της ανάληψης της ζωής, του χρόνου, του θανάτου, όχι επιφανειακά, αλλά ρεαλιστικά και βαθιά. Δεν υπάρχουν εκδηλώσεις φτιαχτής και κινηματογραφικής αγάπης. Αυτό που παρουσιάζεται είναι μια πιο ειλικρινής σχέση μεταξύ των μελών της οικογένειας, πολυδιάστατη και σύνθετη που δεν μπορεί να περιοριστεί στη λέξη αγάπη, γιατί απλούστατα δεν είναι μόνο αυτό, δεν είναι εξιδανικευμένη και δεν είναι θετική ή αρνητική. Τα συναισθήματα εξελίσσονται, οι άνθρωποι συνεχώς αλλάζουν, αλληλεπιδρούν και κινούνται και καλυτερεύουν, χειροτερεύουν στην αμερικάνικη αυτή σύγχρονη ιλαροτραγωδία. 
Επιπλέον, πέρα από την προβληματική του φύλου, της ισότητας, των ρόλων της γυναίκας και του άνδρα, τις διαφόρων ειδών σχέσεις, η σειρά δείχνει πολύ συστηματικά την κουλτούρα του crossdressing, του να ντύνεσαι κάτι άλλο από αυτό που επιτάσσει ο κοινωνικός ρόλος και το κοινωνικό σου φύλο. Δείχνει πόσο διαφορετικό και συνάμα επιθετικό μπορεί να γίνει το crossdressing απέναντι στην trans κουλτούρα. Κι ενώ φαίνεται πως υπάρχουν δύο κοινωνικές ομάδες ανθρώπων που θα μπορούσαν να αγωνίζονται παράλληλα για να υπάρχουν ελεύθερες στην κοινωνία, διχάζονται και αντιμάχονται. Η σειρά αποπειράται να προβάλει και να αναλύσει μία πληθώρα κοινωνικών προβληματικών. Αλλά η ροή των πραγμάτων είναι πολύ ρεαλιστική, οι χαρακτήρες πολύ ανθρώπινοι και αληθοφανώς φτιαγμένοι. Φυσικά, είναι μεγαλοαστοί αμερικανοί και αυτό δεν επιτρέπει την οποιαδήποτε ταύτιση. Ακόμα και μετά από τα τόσα προβλήματα που προκύπτουν μετά από μία ειλικρινή αποκάλυψη, η οικογένεια έχει έναν εντελώς καθοριστικό ρόλο στην εξέλιξη της σειράς και των ατόμων. Η οικογένεια είναι αυτό από το οποίο όλοι προσπαθούν να αποκοπούν και αναπόφευκτα τους τραβάει πίσω και σε αυτό πάντοτε επιστρέφουν. Άλυτα τραύματα. Τι να πούμε;

Γενικώς, η σειρά αποκαλύπτει με πολύ ωραίους τρόπους τους φόβους και τις ανασφάλειες για τη σεξουαλικότητα και περιγράφει άλλοτε ωμά και άλλοτε πιο διακριτικά την ενοχή –γενικά και συγκεκριμένα- της σωματικής ηδονής. Η δημιουργός και συγγραφέας της σειράς Jill Soloway διακρίνεται για τον κυνισμό της και για την ευαισθησία της και βλέπουμε πόσο ωραία διαχειρίζεται αυτά τα λεπτά ζητήματα με τα οποία καταπιάνεται για μία ακόμα φορά. Συμπερασματικά, έχω μόνο να προτείνω σε όσες/ους δεν την έχετε δει ήδη να κατεβάσετε και να δείτε τη σειρά, παρά τη φανέρωση σημαντικών σημείων της πλοκής παραπάνω. Πόσο υπέροχη σειρά. Πόσο λεπτή και τρυφερή. Φαντάζομαι και θέλω να ελπίζω πως δεν θα χάσετε χρόνο βλέποντάς τη. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου