Εκεί όπου η γαλλική ζαχαροπλαστική έρχεται να συναντήσει την Ιταλική. Έτσι λέει στην περιγραφή του site, δεν κάνω πλάκα. Βεβαίως, γιατί αποφάσισα να πάω και διαβασμένη, όχι αστεία. Κάθε φορά που τελειώνω ένα πτυχίο και μένω στον άσσο, πρέπει να κάνω την ίδια δουλειά (ΟΧΙ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΗ ΔΟΥΛΕΙΑ ΜΕ ΜΙΣΘΟ ΚΑΙ ΕΝΣΗΜΑ, ΧΑΧΑΧΑΧΑ ΓΕΛΑΣΑΜΕ). Εννοώ να πηγαίνω σε διάφορες συνεντεύξεις και να με φτύνουν για να νιώσω καλύτερα τη θέση μου (ΓΙΑΤΙ ΕΙΝΑΙ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΟ ΤΟ ΖΗΤΗΜΑ, ΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΕΧΟΥΜΕ ΓΙΝΕΙ ΠΟΛΥ ΜΑΤΑΙΟΔΟΞΟΙ ΚΑΙ ΑΤΟΜΙΚΙΣΤΙΚΑ ΕΓΩΙΣΤΙΚΑ ΚΑΘΙΚΙΑ ΚΑΙ Η ΑΓΟΡΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΕΡΧΕΤΑΙ ΓΙΑ ΝΑ ΜΑΣ ΒΕΛΤΙΩΣΕΙ). Έτσι, λοιπόν, πήγα και στο παράρτημα του γνωστού σερραϊκού ζαχαροπλαστείου (αχ Σέρρες πατρίδα κι έτσι Η΄ ΚΑΙ ΟΧΙ). Το κίνητρό μου ήταν ότι αν με προσλάβουν θα τρώω γλυκά και παγωτά. Φεβρουάριος 2017. Επιτέλους μεγάλωσα κι εγώ.
Η συνέντευξη ήταν αυστηρά στις 20:00 με 21:00, χωρίς άλλο περιθώριο. Πάω στο ζαχαροπλαστείο με τα βιογραφικά, αναλυτικά και συνοπτικά, στο χέρι. Μπαίνω φουριόζα στο μαγαζί και αυτή τη φορά φοράω φούστα-μπλούζα. Όμως, μπροστά μου εκτυλίσσεται το ειδύλλιο του παραλόγου. Τύπος-τύπισσα σε γλιτσερές καταστάσεις. Ο τύπος μέσα από την μπάρα έχει κατέβει απευθείας από το χωριό του [1].
Ο κύριος κλαρινογαμπρός, λοιπόν, φοράει σένιο παντελόνι με τσάκιση, πουκαμισάκι ριγέ σε διακριτικό μπλε ελεκτρίκ και βραχιολάκια, κομποσκοίνια. Στον λαιμό χρυσό σταυρό να λαμποκοπά ανάμεσα στις τρίχες (ΒΑΡΥ ΚΙ ΑΣΗΚΩΤΟ για δυνατές χριστοπαναγίες). Το μαλλί πίσω κολλημένο με ζελέ σαν να το έχει γλείψει αγελάδα μόλις. Μπροστά του μία νεαρή πολύ όμορφη και περιποιημένη κοπέλα, ντυμένη λες και δουλεύει σε γραφείο μεγάλης εταιρίας και γυαλιστερή (αυτή δεν χρειαζόταν σταυρό, λαμποκοπούσε από μόνη της). Φαινόταν καλή κοπέλα από σπίτι, ώριμη και με προδιαγραφές. Έτσι ωραία μιλούσαν αυτοί οι δύο και νόμιζα ότι έβλεπα γυρίσματα για ελληνική ρομαντική κομεντί. Να λέει τις μπαρούφες του ο μπουρτζόβλαχος και να απαντάει αυτή με ένα κελαρυστό, τσιριχτό, ψεύτικο-πιο-πολύ-δεν-γίνεται ΧΑΧΑΧΑΧΑ, λες και άκουσε το καλύτερο ανέκδοτο για πάστες στη ζωή της.
Κάποια στιγμή με παίρνει πρέφα ο τύπος, αφήνει τα σαχλορομάντσα και μου λέει, «Γεια σας, μπορώ να βοηθήσω;». Του απαντάω, «Όχι, κι εγώ για βιογραφικό ήρθα.» Και μου λέει με τόνο προσποιητής ευγένειας να ξεχειλίζει από τα μανικετόκουμπα τα χρυσά τα σερραϊκά «Μάλιστα, θα περιμένετε στην άκρη, κυρία μου.» Μεγάλωσα ναι, αλλά όχι και κυρία μου, κύριος! (ΓΙΑΤΙ ΜΕ ΠΕΡΑΣΕΣ, ΟΙ ΑΛΛΟΙ στο πασίγνωστο κατάστημα ηλεκτρικών κτλ ειδών ΓΕΛΟΥΣΑΝ ΜΑΖΙ ΜΟΥ)
Τέλος πάντων, λέει στο άλλο του μισό, «Μέσα στην εβδομάδα, θα έχεις τηλέφωνο, θα σε πάρω εγώ ο ίδιος.» και αυτή φεύγει σερνάμενη κουνάμενη και με ένα χαμόγελο, «ΤΗΝ ΠΗΡΑ ΤΗ ΔΟΥΛΕΙΑ! ΖΗΤΩ, ΦΑΕ ΤΗ ΣΚΟΝΗ ΜΟΥ». Της το ανταποδίδω με ένα χαμόγελο, «ΔΕΝ ΘΑ ΒΡΩ ΠΟΤΕ ΔΟΥΛΕΙΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ, ΔΕΝ ΞΕΡΩ ΤΙ ΘΑ ΚΑΝΩ ΣΤΗ ΖΩΗ ΜΟΥ, ΑΣΕ ΜΕ ΗΣΥΧΗ». Τη βλέπω να χάνεται χαρούμενη στη νύχτα και με βαριά καρδιά γυρνάω προς το μαγαζί.
«Κυρία μου; Ελάτε μπροστά, ελάτε.» φωνάζει ο τύπος. Κι ακολουθεί ο εξής διάλογος:
«Ορίστε το βιογραφικό μου. Είδα την αγγελία σας στο ίντερνετ και ψάχνω δουλειά και νομίζω πως αυτή θα μου ταίριαζε.» (ΓΙΑ ΝΑ ΤΡΩΩ ΓΛΥΚΑ, ΕΙΠΑΜΕ)
«Μάλιστα. Από ό,τι βλέπω (ΠΑΛΙ, ΤΟ ΔΙΑΒΑΖΕΙ ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΑ ΓΡΗΓΟΡΑ, ΔΕΝ ΞΕΡΩ ΤΙ ΕΙΔΟΥΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΕΡΓΟΔΟΤΕΣ ΚΑΙ ΕΧΟΥΝ ΑΠΟΚΤΗΣΕΙ ΤΕΤΟΙΟ ΜΑΤΙ ΚΑΙ ΝΟΜΙΖΑ ΟΤΙ ΕΓΩ ΕΙΜΑΙ ΓΡΗΓΟΡΗ) δεν έχετε καμία προηγούμενη προϋπηρεσία στον χώρο.»
«Ναι, αυτό είναι αλήθεια.»
«Ωραία, εμείς όμως εδώ, κυρία μου, δεν σας χρειαζόμαστε. Χρειαζόμαστε άτομα που έχουν προϋπηρεσία.»
«Ναι, αλλά στην αγγελία έλεγε ότι χρειάζεστε άτομα με σχετική εμπειρία. Όχι με απαραίτητη προϋπηρεσία.»
«Σχετική εμπειρία αυτό σημαίνει, απαραίτητη προϋπηρεσία. Γιατί εδώ χρειάζονται εξειδικευμένες γνώσεις. Θα πρέπει να ξέρετε τα τσουρέκια, τα παγωτά, τα γλυκά, αναλυτικά.» (Δείχνει τα τσουρέκια, τα γλυκά, τα παγωτά, ακολουθάω το χέρι του με το βλέμμα μου και έχω κολλήσει στο ΧΡΕΙΑΖΟΝΤΑΙ εξειδικευμένες γνώσεις.)
«Όπως θα δείτε κι από το βιογραφικό μου, μαθαίνω σχετικά γρήγορα, δηλαδή, ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΑ ΓΡΗΓΟΡΑ και μπορώ να τα μάθω όλα αυτά σε μία μέρα το πολύ. Μπορείτε να με δοκιμάσετε. Δεν θα είναι δύσκολο για μένα να μάθω τα τσουρέκια, τα γλυκά και τα παγωτά.»
«Ναι, χμμμ ωραία. Αλλά τι θα γίνει με τη μηχανή του καφέ; Ξέρετε να χειρίζεστε όλο αυτό; (ΔΕΙΧΝΕΙ ΜΙΑ ΤΕΡΑΣΤΙΑ ΜΗΧΑΝΗ ΤΟΥ ΚΑΦΕ ΠΟΥ ΜΟΥ ΦΑΙΝΕΤΑΙ ΣΑΝ ΤΕΡΑΣ) Η εταιρία θέλει άτομα που να χειρίζονται τη μηχανή του καφέ»
«Ναι, εντάξει. Θα το μάθω κι αυτό. Δηλαδή, εσείς δεν είστε ο ιδιοκτήτης;»
«Όχι, εγώ είμαι ο σόσιαλ μάνατζερ (ΑΧΑ, ΣΟΣΣΙΑΛ ΜΑΝΑΤΖΖΖΕΡΡ, ΕΓΝΕΦΑ ΚΑΤΑΦΑΤΙΚΑ ΚΑΙ ΝΟΜΙΖΑ ΟΤΙ ΕΙΧΑ ΜΠΕΙ ΣΕ ΔΥΣΤΟΠΙΚΗ ΔΙΑΣΤΑΣΗ). Η εταιρία θέλει άτομα έμπειρα που δεν χρειάζεται να κάνουν εξάσκηση για να τα μάθουν. Τουλάχιστον ξέρετε να κρατάτε δίσκο;»
«Λέω ναι. Δίσκο ξέρω να κρατάω (ΜΕΓΑΛΟ ΨΕΜΑ, αλλά θα έκανα εξάσκηση στο σπίτι μου αν με παίρνανε).»
«Μάλιστα. Χμμμ. Θα δει και η εταιρία το βιογραφικό σας και θα κρίνει, αλλά όπως σας είπα. Δεν σας χρειαζόμαστε.»
Ήθελα τόσο πολύ να αρπάξω το βιογραφικό μου από τα γλοιώδη χέρια του και να του πετάξω ένα «ΟΥΤΕ ΕΓΩ ΣΑΣ ΧΡΕΙΑΖΟΜΑΙ. ΚΙ ΕΣΑΣ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΤΑΙΡΙΑ ΣΑΣ». Αλλά το μόνο που έκανα ήταν να πω «Ευχαριστώ πολύ. Εντάξει, ναι.» Και να φύγω με ένα ξερό «Γεια σας». Σκατά να φάει και ο σόσσιαλ μάνατζερ και όλο του το ζαχαροσόι από την Κάτω Πετεινίτσα. Είναι πολύ κρίμα που δεν μπόρεσα να εργαστώ ανάμεσα σε τσουρέκια και παγωτά. Ίσως και να έπαιρνα τα κιλά που ονειρευόμουν πάντοτε. Έφυγα από το μαγαζί και βλέποντας τον φραγκάτο γηραιόκοσμο που καθόταν μέσα στα τραπεζάκια με τα γλυκάκια τους στην κοσμάρα τους, χάρηκα που δεν θα τους σερβίρω. Δεν βρήκα δουλειά.
[1] Σε αυτό το σημείο θέλω να ζητήσω συγγνώμη από τα καλά χωριατόπαιδα, δεν έχω κάτι με τα χωριά. Δεν είχα ποτέ χωριό, οπότε κάποια χωριά μου φαίνονται κι αξιολάτρευτα. Απλώς έχω να πω ένα μεγάλο ΟΧΙ στην πλειονότητα των ανθρώπων που μένουν σε αυτά και αναπαράγουν την επαρχιώτικη ελληνικότατη κουλτούρα της παράνοιας –αλλά εντάξει, υπάρχουν εξαιρέσεις και σας έχω πει ότι, άλλωστε, είμαι σιχαμερά ευγενικιά. Χρησιμοποιώ την έκφραση περί χωριών, γιατί δεν έχω βρει καλύτερη, αν έχετε βρει εσείς στείλτε μου, παρακαλώ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου